Τρίτη 24 Ιουνίου 2014

Για την Αριστερά της πράξης, την Αριστερά των αναγκών: ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές




Ένα μεγάλο κομμάτι της μετεκλογικής συζήτησης εντός του ΣΥΡΙΖΑ διεξάγεται σε λάθος βάση.

Όχι τόσο επειδή γίνεται σαν να έχασε το κόμμα τις εκλογές (μάλλον, σαν να τις κέρδισε με “λάθος” τρόπο), αλλά επειδή αντί να εξετάζει το τι κάνουμε ασχολείται με το τι λέμε. Αυτή η αντικατάσταση της πράξης από το λόγο, γίνεται ακόμη πιο απαράδεκτη και τυφλή, ακριβώς επειδή τα εκλογικά αποτελέσματα μας δείχνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση, βοώντας.

Η κοινωνική χρησιμότητα (των άλλων) και εμείς
Στους δήμους τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσαν μικρότερες δυνάμεις από ό,τι στις ευρωεκλογές. Αυτό αναδεικνύει γνωστά πράγματα, όπως ότι οι τοπικές κοινωνίες αλλάζουν με τους δικούς τους ρυθμούς, ότι έχουν τις δικές τους αδράνειες και λειτουργούν εκεί ακόμη πιο έντονα τα συγγενικά και κοινωνικά δίκτυα. Αναδεικνύει όμως και ότι τα πελατειακά δίκτυα που είχαν στηθεί εκεί έχουν πια μια αυτόνομη ισχύ και δεν εξαφανίζονται απλά επειδή καταρρέουν οι “μήτρες” τους, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Και όπως ξέρουμε, αυτός που κερδίζει τελικά δεν είναι αυτός που απλώς τα λέει καλύτερα, αλλά αυτός που πείθει πως μπορεί να είναι χρήσιμος. Δυστυχώς, λοιπόν, μια μορφή “κοινωνικής χρησιμότητας” είναι και οι πελατειακές σχέσεις που αναπτύσσουν αυτά τα δίκτυα, διασφαλίζοντας εποχιακούς διορισμούς, χατίρια σε ντόπιους μικροεπιχειρηματίες, διευθετήσεις τοπικών υποθέσεων και άλλα τέτοια, δημιουργώντας τις σχετικές υποχρεώσεις.

Τι κατανοούμε λοιπόν; Πως οι τοπικές μας οργανώσεις δεν ήταν ακόμη τόσο γειωμένες ώστε να νικήσουν και τους μηχανισμούς, να προσφέρουν μια άλλου τύπου κοινωνική χρησιμότητα (πχ δίκτυα αλληλεγγύης) και αντί να περιμένουν να πάρουν ψήφους μέσω της σημαίας του ΣΥΡΙΖΑ, να του φέρνουν αυτές ψήφους, ενισχύοντας με την τοπική τους δράση την κεντρική αξιοπιστία του. Αντιστοίχως, εκεί που κερδήθηκαν δήμοι ήταν κυρίως σε περιοχές της Αττικής (Βύρωνας, Καισαριανή κλπ) με δυναμική παρουσία των οργανώσεων εδώ και πολλά χρόνια.

Μετά από όλα αυτά, η διαφορά των τεσσάρων μονάδων κρίνεται ως ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα, ακριβώς γιατί δείχνει πως ξεπεράστηκαν πολλές τέτοιες αδυναμίες και ανεπάρκειες. Και ο λόγος για τον οποίο δεν ήταν μεγαλύτερη δεν είναι πρωτίστως η μία ή άλλη απόχρωση του κεντρικού λόγου του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η ανεπαρκής λειτουργία των οργανώσεων του ως πυρήνες πράξης και ως ιμάντες μεταφοράς των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ από πάνω προς κάτω, δοκιμής τους μέσα από την κοινωνική δράση και εμπλουτισμένης επιστροφής τους στο κόμμα. Χωρίς αυτό, χωρίς οι ΣΥΡΙΖαίοι να είναι γνωστοί στον κοινωνικό τους χώρο, χωρίς να είναι οι ίδιοι το (δραστήριο) πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ στην περιοχή τους, δεν γίνεται να οικοδομηθούν οι κοινωνικές συμμαχίες, δεν γίνεται να στηθεί πάνω σε σταθερά πόδια μια πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία. Και οπωσδήποτε όχι χωρίς έναν μαζικό, πολύ μεγαλύτερο και πιο λαϊκό από σήμερα, ΣΥΡΙΖΑ.

Να κάνουμε για να έχουμε να λέμε, όχι να λέμε για να έχουμε να κάνουμε
Ήδη από τις εκλογές του 2012, η πολιτική μας δυναμική είχε αυξηθεί αναντίστοιχα της κοινωνικής μας γείωσης. Το κάρο έχει μπει μπροστά από τα άλογα. Δική μας δουλειά ήταν να τα φέρουμε στη σωστή θέση, να φτιάξουμε αναδρομικά τις σχέσεις των ανθρώπων με την Αριστερά. Και αυτό μπορούσε να γίνει μόνο με την άμεση –τη σωματική– εμπλοκή όλων μας σε αυτή την υπόθεση, τη συνάντησή μας με τον κόσμο, που έχουμε πια αντίστοιχες ανάγκες να αντιμετωπίσουμε.

Τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών δείχνουν πως κινούμαστε μεν σε αυτήν την κατεύθυνση, αλλά όχι όσο δυναμικά θα έπρεπε. Το ίδιο και τα αποτελέσματα των παρατάξεων του ΣΥΡΙΖΑ σε επαγγελματικές ενώσεις, συνδικάτα, επιμελητήρια, φοιτητικούς συλλόγους, με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις, όπως η ΟΛΜΕ και οι γιατροί του ΙΚΑ. Κάποιοι κάνουν μία καλοπροαίρετη κριτική σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ του 1981, που στην πορεία προς στην κυβέρνηση κέρδιζε πλειοψηφίες σχεδόν σε όλους τους κοινωνικούς χώρους. Όμως, το ΠΑΣΟΚ τα είχε κάνει αυτά κλιμακωτά, από το 1974 ως το 1981. Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προλαβαίνει να το κάνει με τέτοιους ρυθμούς, δεν έχει την πολυτέλεια. Η ιστορία με ένα "μπραφ" μας έφερε στο 27%. Ας σκεφτούμε πως αν το ΛΑΟΣ είχε χίλιες ψήφους παραπάνω τον Μάιο του 2012 θα ήταν στη βουλή, θα σχηματιζόταν κυβέρνηση, δεν θα πηγαίναμε ξανά σε εκλογές και το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν 17%.

Το 27% του 2012 ήρθε λοιπόν ως αποτέλεσμα αγώνων, αλλά σε μεγάλο βαθμό ήταν συγκυριακό. Σήμερα, για να μην αντικαταστήσουμε και την πολιτική από την αριθμητική, πρέπει να πούμε ότι το 27% των ευρωεκλογών δεν είναι ίδιο με του 2012. Ο κόσμος που ψήφισε τώρα τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι ποσοστιαία ίδιος, αλλά έχει ποιοτική διαφορά, οι ίδιοι άνθρωποι είναι περισσότερο πεισμένοι για τον ΣΥΡΙΖΑ και σταθεροποιούν την συγκυριακή εκλογική τους επιλογή του 2012. Και πάλι όμως, η οργανωτική ανάπτυξη του κόμματος και η επιρροή του σε κοινωνικούς χώρους δεν είναι ανάλογη του 27%. Αυτά λοιπόν προσπαθούμε να τα χτίσουμε εκ των υστέρων και ακόμη δεν το έχουμε καταφέρει, επειδή το κάρο τρέχει αναγκαστικά πάρα πολύ γρήγορα, λόγω των εξελίξεων. Είμαστε αναγκασμένοι να προσπαθούμε να φέρουμε τα άλογα μπροστά από το κάρο, ενώ είμαστε εν κινήσει!Δηλαδή, να οικοδομήσουμε τις κοινωνικές μας συμμαχίες, την ίδια στιγμή που πάμε για το μεγάλο “ντου”, να οργανώσουμε το στρατό μας και να κάνουμε νέες στρατολογήσεις ενώ ήδη πολεμάμε και μάλιστα τη στιγμή που η μάχη κορυφώνεται. Και τις κοινωνικές συμμαχίες τις θέλουμε όχι απλώς για να μεγαλώσει το 27%, αλλά για μεγαλώσουμε την ηγεμονία των ιδεών και των πρακτικών μας, για να κερδίσουμε τη μάχη για τα μυαλά των ανθρώπων, για να μπορέσουμε όταν έρθουμε στα πράγματα να αλλάξουμε ριζικά την κατάσταση και αυτό γίνεται μόνο με τη συναίνεση και την ενεργό συμμετοχή του κόσμου. Όμως, η ιδιαιτερότητα εδώ είναι πως όλα αυτά πρέπει να γίνουν γρήγορα και προσπαθώντας παράλληλα να φέρουμε άμεσα, τώρα, την εκλογική ανατροπή. Γιατί ξέρουμε πως ακριβώς επειδή η άνοδος του κόμματος έγινε με άλματα -και τα άλματα αφήνουν πίσω τους κενά- και επειδή η κοινωνική κατάσταση είναι ακραία, αν δεν πετύχουμε τώρα την ανατροπή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα σταθεί για πολύ. Αυτό που τον συγκροτεί είναι η προοπτική της ανατροπής. Αν απομακρυνθεί, θα φυλλορροήσει.

Τι χρειαζόμαστε λοιπόν; Σίγουρα να διαμορφώσουμε ακόμη καλύτερα την στρατηγική αυτή που θα μας επιτρέψει να διαμορφώσουμε την ανατροπή άμεσα. Αύριο. Και σε αυτό νομίζω πως συμφωνούμε. Αλλά φαίνεται πως διαφωνούμε σε κάτι άλλο. Πολλοί μοιάζουν να νομίζουν πως το κύριο κομμάτι μιας στρατηγικής είναι το τι λες. Όμως, το πιο δομικό στοιχείο είναι πάντα το τι κάνεις. Όχι μόνο επειδή ο μαρξισμός είναι η φιλοσοφία της πράξης. Όχι μόνο επειδή ο Ένγκελς έλεγε πως ένα γραμμάριο δράσης αξίζει όσο ένας τόνος θεωρίας. Ούτε επειδή ο Μάο έλεγε πως το κριτήριο της αλήθειας δεν μπορεί να είναι άλλο από την κοινωνική πράξη. Αλλά επειδή η πολιτική μας πείρα μας λέει πως αυτός που κερδίζει είναι αυτός που δίνει απαντήσεις, προσφέρει άμεσες λύσεις και πείθει τον κόσμο να συμμετάσχει. Από το ΕΑΜ που κέρδιζε τους ανθρώπους επειδή έλεγαν πως «μας έσωσε από την πείνα» και έτσι πείθονταν πως μετά «θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά», μέχρι τους Αδερφούς Μουσουλμάνους (για να χρησιμοποιήσω δύο ιδεολογικά απολύτως άσχετα παραδείγματα και να δείξω πως το κοινό στοιχείο της επιτυχίας τους ήταν η μεθοδολογία της δράσης τους) που κέρδιζαν τις εκλογές στις χώρες της Αραβικής Άνοιξης επειδή ξανάχτιζαν τα γκρεμισμένα σπίτια των ανθρώπων και τους έβρισκαν φάρμακα για να μην πεθαίνουν, αυτός που κερδίζει είναι αυτός που ποντάρει στην πράξη. Η ιδεολογία υπάρχει ως κίνητρο, συνεκτικό στοιχείο και ορίζοντας της πράξης. Και ο λόγος υπάρχει για να προωθεί αυτήν την πράξη.

Στρατηγική λοιπόν είναι -κυρίως- το πως θα μετατρέπεις την κοινωνική δυσαρέσκεια σε κοινωνικές αναστατώσεις, πως θα φουσκώνεις τις αντιδράσεις που υπάρχουν ήδη, πως θα προκαλείς εσύ ο ίδιος κινήματα, πως θα συμβάλεις στον συντονισμό τους. Το κάνουμε αυτό επαρκώς; Τότε γιατί εδώ και σαράντα μέρες δίπλα στις καθαρίστριες του υπουργείου οικονομικών βρίσκεται βασικά μια χούφτα μελών της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ; Και γιατί αυτό δεν απασχόλησε καθόλου την μετεκλογική αρθρογραφία των στελεχών; Γιατί αντί να εγκαλούνται τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος και η συνολική λειτουργία του για το ότι δεν είμαστε επαρκώς μέσα σε αυτόν τον αγώνα, εμφανίζονται διαρκώς κείμενα που ξιφουλκούν σε κενό αέρος ενάντια στον «πατριωτισμό», στις «Νέες Ελλάδες», στις πρωτοβουλίες των ηγετικών ομάδων και τα συναφή. Και γιατί δεν συζητάμε τι μέτωπα μπορούμε να στήσουμε με τις μεγάλες νίκες σε Αττική και Ιόνια, πως θα συνδυάσουμε εκεί, με φαντασία και δίνοντας χώρο στη λαϊκή δημιουργικότητα και αυτενέργεια, την θεσμική με την κινηματική μας δράση, πως θα στήσουμε εκεί τους ανθρώπους στα πόδια τους; Γιατί αντί να στραφεί το βλέμμα προς την κοινωνία, στρέφεται προς τα μέσα;

Για τον κόσμο, χωρίς τον κόσμο;
Πολλά μπορεί να πει κανείς σε αυτή τη συζήτηση, περί “πατριωτισμών” και άλλων τινών «προνομιακών πεδίων» ορισμένων συντρόφων. Αλλά σε αυτό το κείμενο επιλέγω να μην το κάνω. Επιλέγω να μιλήσω περί της μεθοδολογίας. Για το πώς γίνεται η κριτική μέσα στο Κόμμα, για το πως γίνεται η πράξη. Για το πώς ορίζονται πλευρές.

Όπως έχει γραφτεί κι αλλού, υπάρχουν στο κόμμα στελέχη και μέλη που από το φόβο μιας “κεντρώας στροφής” του ΣΥΡΙΖΑ, καταλήγουν να στενεύουν πολύ τις κοινωνικές συμμαχίες και να φοβούνται την μαζική είσοδο νέων μελών στις ΟΜ, ανθρώπων που πριν ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, υπό τη σκέψη πως θα είναι φορείς μικροαστικής ιδεολογίας και θα μας αλλοιώσουν. Πράγματι, στο μυαλό κάποιων ίσως ευδοκιμεί ένα κοντόφθαλμο σκεπτικό πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πιάσει ένα κοινωνικό ταβάνι με το 27% και πρέπει να αποκτήσει λίγο πιο κεντρώα χαρακτηριστικά για να γίνει αρεστός και σε λιγότερο χτυπημένα από την κρίση κοινωνικά στρώματα. Όντως, μια τέτοια λογική χρειάζεται πολιτική αντιμετώπιση. Όχι όμως με μια επιφανειακή και αφελή τακτική που φτάνει στον οικονομισμό και προτείνει απλώς ο ΣΥΡΙΖΑ “να απευθυνθεί στους άνεργους”, λες και αυτοί εκτός από άνεργοι δεν είναι τίποτε άλλο, συντηρητικοί, προοδευτικοί, πατριώτες, επαρχιώτες, μορφωμένοι, αμόρφωτοι!

Αντιθέτως, χρειάζεται να δείξουμε πως χωρίς μια πολιτική ριζικής αναδιανομής των εισοδημάτων και της δημοκρατικής ισχύος υπέρ των χτυπημένων από την κρίση, οι σχεδιασμοί περί της παραγωγικής ανασυγκρότησης μπορεί να μην έχουν κανένα νόημα. Αλλά το μυστικό είναι πως για να διασφαλιστούν αυτά δεν αρκεί να πειστούν κάποια κομματικά κέντρα. Γιατί οι πιέσεις που θα δεχτεί η κυβέρνηση της Αριστεράς και μαζί της ο λαός θα είναι τεράστιες. Αυτό λοιπόν που μπορεί να διασφαλίσει την αντοχή απέναντι στις πιέσεις είναι ο ίδιος ο κόσμος, όχι οι «ειδικοί» της Αριστεράς. Και ειδικά ο νέος κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ, ο κόσμος της ανεργίας και της επισφάλειας που ό,τι κι αν ψήφιζε ως τώρα, ίσως έχει πολύ μεγαλύτερη ανάγκη τον ΣΥΡΙΖΑ από εμάς που τον ψηφίζουμε εδώ και τόσα χρόνια. Η αθρόα είσοδος νέων μελών, η “εισβολή” των μαζών στο κόμμα μας (που πρέπει να την οργανώσουμε και όχι να τη φοβόμαστε) είναι που θα προσφέρει την εγγύηση πως τίποτα δεν θα πάει «δεξιά». Οι άνθρωποι αυτοί που πρώτοι θα αντιδράσουν απέναντι σε ενδεχόμενες ενδοτικές τάσεις του κομματικού μηχανισμού -επειδή αυτές θα πηγαίνουν κόντρα στις ανάγκες τους και όχι απλώς στην ιδεολογία τους- είναι αυτοί που θα διασφαλίσουν, δυνητικά, τον αριστερό χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί αποτελούν μία όχι ικανή από μόνη της, αλλά αναγκαία συνθήκη για τον αριστερό και ταξικό ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτόν τον κόσμο είναι όμως που φοβούνται κάποιοι σύντροφοι, γιατί πιστεύουν πως θα αλλάξει τον πολιτικό χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ, πως θα τον κάνει πιο μικροαστικό. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που ενώ ομνύουν κατά τα άλλα στην ταξική πάλη και στην ανάγκη να ανοίξουμε χώρο για τον αυθορμητισμό και την επινοητικότητα των «από κάτω», πιστεύουν πως οι ίδιοι, ασχέτως του αν πλήττονται ή όχι από την κρίση, αποτελούν, χάρη στην ιδεολογία τους και μόνο, τους θεματοφύλακες της αριστερής γραμμής του κόμματος απέναντι στον κίνδυνο της αλλοτρίωσης από τις μάζες των πρώην μικροαστών, πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, αλλά τσακισμένων ταξικά από την κρίση. Και αν κανείς θέλει να το διαψεύσει, ας μας πει: για ποιο λόγο στην πυκνή αρθρογραφία αυτών των ημερών έχει τόσο μικρή θέση το ζήτημα της μαζικοποίησης του κόμματος; Γιατί δεν αναφέρεται κάποιο σχέδιο; Εκτός εάν πιστεύουμε πως για να μαζικοποιηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε με κάθε λεπτομέρεια το τι ακριβώς θα λέμε για την «πατρίδα»!

Στο ίδιο έργο (χωρίς) θεατές
Κάπου εδώ όμως, πρέπει να το πούμε καθαρά. Βλέπουμε ένα έργο να ξαναπαίζεται. Στο κόμμα επιχειρείται να γίνει αυτό που πριν ένα χρόνο έγινε στην Νεολαία, όταν μέσα στη φωτιά των Μνημονίων, ένα ολόκληρο συνέδριο οργανώθηκε πάνω σε μια θολή συζήτηση για την εσωκομματική δημοκρατία -χωρίς σαφείς αιχμές, χωρίς ρητές αντιπροτάσεις- αντί να συζητιούνται οι μορφές που θα έπρεπε να έχει η δράση μας για να γυρίσουμε τον κόσμο ανάποδα. Κοιτάξαμε προς τα μέσα, αντί για έξω. Και σε αυτό υπάρχει απόλυτη ευθύνη για το ότι η Νεολαία έχει βρεθεί σήμερα ουσιαστικά απροετοίμαστη απέναντι στις ανάγκες της συγκυρίας, χωρίς επαρκή εμπλοκή στους αγώνες και βασικά άμαζη. Και στην ίδια κατεύθυνση παρασύρρονται πολλοί στο κόμμα.

Δεν μπορούν λοιπόν να οριστούν εσωκομματικές πλευρές πάνω σε ζητήματα τόσο επί μέρους. Η συζήτηση αυτή στη Νεολαία έδειξε πολύ γρήγορα τα όρια της. Το ίδιο έχει γίνει ήδη, με τις άκαιρες πολώσεις στο Κόμμα για τον «πατριωτισμό», τις «Νέες Ελλάδες» και τον τρόπο λήψης αποφάσεων, ειδικά αφού προέρχονται, μεταξύ άλλων, και από ανθρώπους που σε κεντρικές μάχες των εκλογών έλαβαν και υλοποίησαν κρίσιμες αποφάσεις χωρίς να τις περάσουν από κανένα όργανο! Από ανθρώπους που τώρα κατηγορούν την ηγεσία για συγκεντρωτισμό, ενώ πριν λίγους μήνες υπερασπίζονταν με πάθος γραφειοκρατικές προτάσεις-πακέτα στην ΚΕ!

Να στήσουμε λοιπόν συζητήσεις και μέτωπα με άξονα την πράξη. Διαφωνίες που καταλήγουν σε διαφορετικές αντιλήψεις για τη δράση μας, αλλιώς κουβαλάμε τρύπιες σημαίες και άδεια ιστορικά μπαούλα. Να έχουμε διαφωνίες που προκύπτουν επειδή δοκιμάσαμε τις πρακτικές μας στην κοινωνία, που αντανακλούν πραγματικές κοινωνικές πολώσεις, να ζυμώνουμε τις απόψεις μας με πραγματικούς ανθρώπους και όχι μόνο με τους χιλιόχρονους αριστερούς φίλους μας, έτσι σπάμε τη γραφειοκρατία. Να κάνουμε φέτος αυτό που δεν καταφέραμε πέρσι, όταν βάλαμε στόχο το Θερμό Φθινόπωρο για να ρίξουμε την κυβέρνηση, ακολουθήσαμε τον αγώνα των εκπαιδευτικών που βρέθηκε μπροστά μας και όταν ξεφούσκωσε ξεφουσκώσαμε κι εμείς. Να εκμεταλλευτούμε τις δημοτικές μας κινήσεις που στήθηκαν και τον κόσμο που βρήκαν. Αντί να συζητάμε ξανά και ξανά για τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν τυπώνουμε σε κάθε γειτονιά τις δέκα βασικές δεσμεύσεις του για να τις μοιράζουμε και να τις συζητάμε με τον κόσμο, από ποιον το περιμένουμε; Τα στελέχη πρέπει να αποκτήσουν επιτέλους όλα συγκεκριμένες χρεώσεις και να βγουν από τα γραφεία και κυρίως να βγουν από την Αθήνα. Η εμπειρία των περιοδειών των ευρωεκλογών έδειξε πόσο μεγάλη ανάγκη έχει η περιφέρεια από την τακτική παρουσία των στελεχών. Και τέλος, όποιος θέλει να κάνει κριτική να την κάνει στις ΟΜ, στα όργανα και δημοσίως με συγκροτημένα κείμενα. Σαν αριστερός, σαν άνθρωπος της συλλογικότητας. Όχι με ατάκες και κυνήγι εντυπώσεων στο facebook. Όποιος δεν βλέπει σε αυτά τη γραφειοκρατία, είναι ήδη πολύ βαθιά μέσα της.

Καλώς ή κακώς, το μεγάλο ερώτημα μέσα στην Ιστορία ήταν πάντα όχι το «τι να λέμε;», αλλά το «τι να κάνουμε;». Αυτό που έκανε και τον Μαρξ να λέει πως το κρίσιμο για τους επαναστάτες δεν είναι να ερμηνεύουν τον κόσμο, αλλά να τον αλλάζουν. Και ποιος είναι αυτός που πιστεύει πως εδώ δεν κάνουμε σήμερα μια επανάσταση; Αλλά όσο επιμένουμε να συζητάμε πρωτίστως το τι θα λέμε στα ΜΜΕ και όχι το πώς θα έχουμε απευθείας σχέση με τους ανθρώπους ώστε να μην τα έχουμε ανάγκη τα ΜΜΕ, τόσο αυτή επανάσταση θα εκκρεμεί και θα διαστρεβλώνεται.

Εν τέλει, αριστερό δεν σε κάνει αυτό που λες, αλλά αυτό που κάνεις. Γιατί όσο πιο πολλά αριστερά πράγματα κάνει ένα κόμμα, τόσο πιο πολύ αριστερά πράγματα μπορεί να λέει, που να έχουν νόημα. Γιατί ανοίγεις δρόμους. Κι αυτός που τελικά θα κρίνει το αν είσαι επιτυχημένος ως αριστερός είναι ο κόσμος, η κοινωνία, όχι οι εγκεφαλικές κατασκευές μας. Όποιος θέλει να το ξεχνάει αυτό, απλώς θα το βρίσκει συνέχεια μπροστά του.

Τι μάθαμε από τα (καλά!) αποτελέσματα


1. Στις τοπικές εκλογές τα κριτήρια είναι διαφορετικά. Ειδικά στην Περιφέρεια αλλά και στους μικρότερους δήμους των αστικών κέντρων, λειτουργούν πάρα πολύ οι συγγενικές και κοινωνικές σχέσεις, οι "υποχρεώσεις" και τα πελατειακά δίκτυα, που ακόμη μπορούν να υπόσχονται και να τάζουν, τα οποία όμως φοβούνται πως με την κυβέρνηση της Αριστεράς είναι εξαιρετικά πιθανό να αποδιαρθρωθούν. Και όσο πιο μικρή είναι μια κοινωνία, τόσο πιο έντονα είναι αυτά. Επίσης, οι τοπικές κοινωνίες της περιφέρειας είναι κατά κανόνα πιο συντηρητικές και αλλάζουν νοοτροπία με πιο αργούς ρυθμούς.
Το κλίμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ είναι δεδομένο. Τάσεις και αποφάσεις του κόσμου που διαμορφώνονται σταθερά τόσο καιρό δεν ανατρέπονται μέσα σε μια εβδομάδα. Το θέμα είναι να μην αφήσουμε την προπαγάνδα να πιάσει τόπο για να μην κοπεί τίποτα από αυτή τη δυναμική και τελικά να αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Για να ζήσουμε την Κυριακή την αρχή του τέλους αυτού του συστήματος

2. Τα κανάλια, η κυβέρνηση και το ΚΚΕ (ασχολίαστο...) από χθες παίζουν μια προπαγάνδα πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε στις (αυτοδιοικητικές) εκλογές του 2014 να συγκεντρώσει τα ποσοστά των (βουλευτικών) εκλογών του 2012. Στη ζωή όμως δεν συγκρίνουμε μήλα με γεώμηλα (ήτοι, πατάτες), ούτε εκλογές διαφορετικού χαρακτήρα μεταξύ τους. Αν συγκρίνουμε λοιπόν τα ποσοστά των δημοτικών και περιφερειακών σχημάτων του ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσα στο 2010 και στο 2014, βλέπουμε τρομερή άνοδο. Στις πιο πολλές περιπτώσεις μάλιστα, το ποσοστό της ανόδου αυτής κινείται μεταξύ 200%-300%! (Το διαπιστώνετε εύκολα, αν στη σελίδα του ΥΠΕΣ που δείχνει τα αποτελέσματα των εκλογών πατήσετε το κουμπί 2010 και κάνετε τη σύγκριση). Όταν το 5% γίνεται 25% και το 0% 15%, όταν από εκεί που το 2010 στην Αττική είχαμε δύο δήμους όλους κι όλους σήμερα διεκδικούμε 13, και μάλιστα κάποιους ως πρώτοι, πώς αυτό δεν συνιστά επιτυχία; Με δυο λόγια, η αυτοδιοικητική παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει πως ήρθε για να μείνει. Ασφαλώς θα μπορούσαν σε κάποιες περιφέρειες να υπάρχουν καλύτερα αποτελέσματα, αλλά και εκεί οι μηχανισμοί σε συνδυασμό με δικές μας αδυναμίες (διαφορετικές για κάθε περίπτωση) έφεραν αυτό το αποτέλεσμα.

3. Ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει τη μετάβαση μέσα σε δύο χρόνια από το κόμμα των αναγκών του 4,5% σε αυτό του 27%. Αυτή η μετάβαση γίνεται γρήγορα και με εντυπωσιακά αποτελέσματα, αλλά δεν μπορεί να γίνει με τη μία και σε όλα τα επίπεδα. Ούτε το ΠΑΣΟΚ του 1981 δεν το είχε κάνει αυτό! Δεν γίνεται ξαφνικά να αλλάξει εξ ολοκλήρου η νοοτροπία του κόσμου. Οι πάρα πολλές αναφορές όμως από πόλεις, γειτονιές και χωριά, όπου ο κόσμος ψήφιζε άλλα ψηφοδέλτια ζητώντας (ακόμη και μοιράζοντας!) παράλληλα το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ για τις ευρωεκλογές, είναι αποκαλυπτικές για το τι έρχεται σε μια εβδομάδα.

4. Τα πολύ καλά αποτελέσματα Δούρου και Σακελλαρίδη (στις πιο κεντρικές πολιτικές μάχες των εκλογών) είναι τα πιο ενδεικτικά για το συνολικό πολιτικό κλίμα και τις συναφείς εκλογικές τάσεις και γι' αυτό αναγκάζουν τον Σαμαρά σε κωλοτούμπες. Από εκεί που έλεγε πως οι εκλογές είναι αμιγώς αυτοδιοικητικές και δεν προσφέρονται για κεντρικά πολιτικά μηνύματα, ξαφνικά μας λέει πως στηρίζει Καμίνη-Σγουρό επειδή "δεν ζητούν την ανατροπή της κυβέρνησης". Είναι σοκ το ότι για πρώτη φορά οι υποψήφιοι του κυβερνώντος κόμματος είναι εκτός δεύτερου γύρου σε δήμο - περιφέρεια.

5. Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο. Όσο η Ν.Δ. γίνεται όλο και πιο ακροδεξιά και πιο μνημονιακή, όσο δηλαδή ευτελίζει τη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων, τόσο περισσότερο θα ενισχύει τη Χρυσή Αυγή, γιατί ο κόσμος δεν θα νιώθει πως έχει κάτι να προστατεύσει από αυτήν. Πράγματι, όσοι ψηφίζουν τη Χ.Α. δεν είναι κατ' ανάγκην νεοφασίστες. Αλλά ούτε όσοι ψήφιζαν τον Χίτλερ ήταν όλοι ναζί, όμως στο τέλος στη Γερμανία είχαν ναζισμό!

Γενικώς, το κλίμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ είναι δεδομένο. Τάσεις και αποφάσεις του κόσμου που διαμορφώνονται σταθερά τόσο καιρό δεν ανατρέπονται μέσα σε μια εβδομάδα. Το θέμα είναι να μην αφήσουμε την προπαγάνδα να πιάσει τόπο για να μην κοπεί τίποτα από αυτή τη δυναμική και τελικά να αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Για να ζήσουμε την Κυριακή την αρχή του τέλους αυτού του συστήματος.

Για να ψηφίσουμε. Για να ζήσουμε.


Εκλογές. Και για να καταλάβουμε στη σημασία τους, πρέπει να συμφωνήσουμε πολύ γρήγορα στο τι γίνεται σε αυτή τη χώρα τα τελευταία χρόνια. Για να δούμε.

Σημείο συμφωνίας πρώτο: Ζούμε στην εποχή των Μνημονίων

Από το 2010 κι έπειτα, τα αλλεπάλληλα Μνημόνια έφτιαξαν ένα νέο πλαίσιο ζωής στην Ελλάδα, μία νέα χώρα. Αλλαγές στα εισοδήματα, στις εργασιακές σχέσεις, στους θεσμούς και στη δημοκρατία. Η κυβέρνηση καταργεί τις συλλογικές συμβάσεις, μειώνει τον κατώτατο μισθό, ορίζει έναν ακόμη χαμηλότερο για τους νέους, επιβάλει με τα προγράμματα voucher την εργασία των νέων για πέντε μήνες χωρίς δικαιώματα. Σαν ένα ντόμινο, μειώνονται και οι υπόλοιποι μισθοί, αυξάνονται οι απλήρωτες ώρες εργασίας, η ανασφάλιστη και επισφαλής εργασία και η ανεργία. Είναι ο νόμος της αγοράς σε δράση, μπροστά στα μάτια μας. Ή αλλιώς, όταν τα πράγματα ζορίζουν για κάποιους από εμάς, σε λίγο θα ζορίσουν για όλους. Νόμοι χιλιάδων σελίδων έρχονται στη Βουλή για ψήφιση σε μία ημέρα, η ΕΡΤ κλείνει με ένα διάταγμα, η αστυνομία αιματοκυλάει διαδηλώσεις, αποφασισμένα δημοψηφίσματα απαγορεύονται και το αποτέλεσμά τους αγνοείται, η αστυνομία πολιορκεί ένα ολόκληρο χωριό στη Χαλκιδική που θέλει να ζήσει χωρίς κυάνιο στον αέρα και το νερό του και εισβάλει νύχτα στα σπίτια, η δημοκρατία γίνεται λάστιχο και απαξιώνεται και φαίνεται στα μάτια των πολιτών άχρηστη. Αντανακλαστικά, ανεβαίνει ο φασισμός. Ή αλλιώς, κανείς δεν υπερασπίζεται κάτι που δεν πιστεύει πως υπάρχει.

Σημείο συμφωνίας δεύτερο: Τα Μνημόνια δεν είναι “λάθος”

Τα Μνημόνια τελικά δεν μείωσαν το χρέος της χώρας. Αντιθέτως, το αύξησαν από το 120% στο 175% του ΑΕΠ. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως απέτυχαν, γιατί απλούστατα δεν ήταν αυτός ο στόχος τους. Ο πραγματικός του στόχος ήταν με την τρομοκρατική απειλή της χρεοκοπίας και με τον μπαμπούλα της Τρόικας, να επιβληθούν μαζεμένες όλες οι αλλαγές που σκιαγραφήσαμε παραπάνω, που το σύστημα επιδίωκε τα προηγούμενα χρόνια αλλά δεν εφάρμοζε από φόβο για το πολιτικό κόστος.

Σημείο συμφωνίας τρίτο: “Πίσω από την Τρόικα, το ξέρουμε καλά, κρύβονται τα ντόπια τα αφεντικά”

Η κρίση δεν είναι μία ευκαιρία για να επιβληθούν πρωτίστως κάποιες χώρες σε κάποιες άλλες, αλλά κάποιες κοινωνικές ομάδες σε κάποιες άλλες. Για να σηκωθούν ψηλά κάποιοι και να σκύψουμε όσο περισσότερο γίνεται εμείς. Μέχρι τσακίσματος. Οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, οι Άγγλοι και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι δεν την βγάζουν καθαρή μέσα στην κρίση, ούτε επωφελούνται. Οι μισθοί τους πέφτουν, η ανεργία αυξάνεται, οι εργασιακές τους σχέσεις επιδεινώνονται, τα δικαιώματα και το κοινωνικό τους κράτος χάνονται. Στη Γερμανία όλο και περισσότεροι δουλεύουν ως “ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι”, απολύονται όλο και πιο εύκολα και δεν μπορούν πια να ζήσουν από τη δουλειά τους, και αμείβονται με 400 ευρώ αφού έχει γεμίσει ο τόπος από τις διαβόητες “one euro jobs”.

Μήπως λοιπόν είναι λάθος να λέμε πως έχουμε “Κατοχή”;  Μάλλον, αφού ενώ ο ΟΤΕ πουλήθηκε στην Deutsche Telekom χωρίς να υπάρχει Μνημόνιο, στην εποχή των Μνημονίων ο ΟΠΑΠ ξεπουλιέται στον Έλληνα Μελισανίδη (με αντίτιμο του οποίου θα κάνει απόσβεση σε τρία χρόνια και για το οποίο δεν έχει πληρώσει ακόμη τίποτα) και το Ελληνικό, το μεγαλύτερο οικόπεδο της Ευρώπης, στον Έλληνα Λάτση (για 80 ευρώ το τετραγωνικό). Μάλλον δεν έχουμε Κατοχή, αφού ο Βαρδινογιάννης και ο Λάτσης, στους οποίους χαρίστηκαν χρέη ενός δις ευρώ, δεν είναι Γερμανοί. Όπως δεν είναι Γερμανοί και οι ιδιοκτήτες των 500 μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων που μέσα στην κρίση είχαν 44% αύξηση κερδών με μείωση εσόδων, γιατί τα μνημονιακά μέτρα τους επέτρεψαν να ρίξουν πολύ το κόστος παραγωγής, με απολύσεις, μειώσεις μισθών, ανασφάλιστη και απλήρωτη εργασία. Όπως δεν είναι Γερμανοί και οι “πατριώτες” εφοπλιστές που απολαμβάνουν 60 διαφορετικές φοροαπαλλαγές, πληρώνουν στο κράτος όλοι μαζί πολύ λιγότερα από όσα πληρώνουν οι μετανάστες για τις κάρτες παραμονής. Όπως δεν είναι Γερμανός και ο διορισμένος τραπεζίτης Σάλλας της Πειραιώς, στον οποίο χαρίστηκαν τόσες τράπεζες, ούτε ο Λάτσης του οποίου η τράπεζα διασώθηκε. Όπως δεν είναι Γερμανοί όλοι οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων που με τα προγράμματα voucher βάζουν νέους να δουλέψουν για 500 ευρώ το μήνα, χωρίς δικαιώματα και με βαριά φορολογία. Όπως δεν είναι Γερμανοί όλοι οι ιδιοκτήτες των Κολεγίων που αυξάνουν την πελατεία τους επειδή καταργούνται οι τρεις πιο δημοφιλείς κλάδοι της δημόσιας και δωρεάν επαγγελματικής εκπαίδευσης. Όπως δεν είναι Γερμανοί οι ιδιοκτήτες των ιδιωτικών νοσοκομείων και ιατρικών κέντρων που αυξάνουν τα κέρδη τους επειδή τα δημόσια νοσοκομεία μαραζώνουν. Και σίγουρα δεν είναι Γερμανοί όλοι αυτοί οι εργοδότες που λεν με θράσος στους εργαζόμενους τους “με 300 ευρώ για 10 ώρες και με τα μισά ένσημα κι αν θέλεις, αλλιώς υπάρχουν ένας σωρός άνεργοι εκεί έξω”.

Επομένως, η πιο σκληρή μάχη που θα έχει να δώσει μια νέα κυβέρνηση δεν θα είναι στο εξωτερικό. Θα είναι με τους αντιπάλους της στο εσωτερικό. Με αυτούς που εφαρμόζουν τα μέτρα όχι επειδή τους το επιβάλει η Τρόικα, αλλά επειδή τους συμφέρουν. Και άρα, είναι λάθος η σκέψη πως ό,τι κι αν κάνουμε εδώ θα είναι μάταιο, αφού τα πάντα κανονίζονται έξω από την Ελλάδα. Εδώ είναι ο πυρήνας της σύγκρουσης. Από εδώ θα ξεκινήσουν να αλλάζουν τα πράγματα. Εδώ που συγκρούονται δύο κόσμοι. Εμείς κι αυτοί. Την μάχη του δικού τους κόσμου την οργανώνουν οι κυβερνήσεις τους.

Σημείο συμφωνίας τέταρτο: Οι κυβερνήσεις δεν ζουν σε κοινωνικό κενό αέρος

Και γιατί γίνονται λοιπόν όλα αυτά; Γιατί να θέλει η κυβέρνηση να τα κάνει όλα αυτά στον κόσμο; Σίγουρα, όχι από κακία. Από ιδεολογία και από συμφέρον. Από ιδεολογία, γιατί πιστεύουν στην ασύδοτη αγορά, στην μετατροπή των πάντων, ακόμη και των δημόσιων αγαθών, σε εμπόρευμα. Και από συμφέρον, που για τους ισχυρούς είναι αλληλένδετο με την ιδεολογία τους. Γιατί και οι ίδιοι προέρχονται κατά βάση από την τάξη των προνομιούχων. Και γιατί ξέρουν πως αυτές οι αλλαγές και η καθυπόταξη του λαού είναι η απαραίτητη συνθήκη ώστε να μείνει όρθιο αυτό το σύστημα που τους κρατάει στον αφρό, νόμιμα και παράνομα. Για να μπορούν να χρηματοδοτούν τις πεθαμένες ιδιωτικές τράπεζες με  δημόσιο χρήμα, αυτές να δανειοδοτούν τα φαληρημένα κανάλια και αυτά να στηρίζουν την κυβέρνηση και το σύστημα, σε ένα τρελό τρίγωνο πολιτικής αμαρτίας. Για να μπορούν να δίνουν τα δημόσια έργα και τα διόδια στους δικούς τους μεγαλοεργολάβους που, συμπτωματικά, είναι και ιδιοκτήτες των καναλιών. Και όλα αυτά με τη διαμεσολάβηση κάποιων μιζών.

Σημείο συμφωνίας πέμπτο: Η ιστορία των κοινωνιών είναι η ιστορία της αλλαγής τους

Και κάπου εδώ μπαίνει η ερώτηση: Και πως μπορούν να αλλάξουν όλα αυτά; Με όσα έχουμε συμφωνήσει ως τώρα, η απάντηση έχει ήδη δοθεί. Οι εχθροί μας δεν είναι πρωτίστως έξω, αλλά μέσα. Και στο εσωτερικό τα πράγματα αλλάζουν αν οι άνθρωποι, οι πολλοί, συνειδητοποιούν τη σύγκρουση που διεξάγεται γύρω τους και παίρνουν θέση. Και στο εξωτερικό αλλάζουν αν η κυβέρνηση μιας χώρας πει ένα πρώτο “όχι”. Αν στην Ελλάδα εκλεγεί μια κυβέρνηση αντιμνημονιακή, τότε το Μνημόνιο δεν θα το καταργήσει η ίδια. Θα το έχει καταργήσει ήδη ο λαός με την ψήφο του. Και στην Ελλάδα, όπως και την Ευρώπη υπάρχει ακόμη δημοκρατία. Ελλειμματική και προβληματική, αλλά υπάρχει. Και δεν μπορεί να αγνοηθεί έτσι η βούληση ενός λαού, όταν έχει εκφραστεί επισήμως. Και δεν μπορούν να του επιβάλουν τιμωρίες, δεν μπορούν να τον διώξουν από την ΕΕ χωρίς τεράστιο κόστος για τους ίδιους, όπως έχει πει η ίδια η Μέρκελ. Και αν αυτή η κυβέρνηση υπερασπιστεί τα συμφέροντα των λαών του Νότου, δεν θα μπορούν οι δεξιοί αρχηγοί της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας να μην μπουν σε αυτό το Μέτωπο του Νότου, όχι επειδή θα το θέλουν, αλλά επειδή θα τους αναγκάσουν οι λαοί τους που τότε θα τους πιέσουν. Γιατί ξέρουμε πως η πολιτική όπως και η ζωή είναι σύνθετη. Και περιλαμβάνει τη σύγκρουση και τον ελιγμό, τη διαπραγμάτευση και τον εκβιασμό και για τις δύο πλευρές. Γιατί η ιστορία δείχνει πως ο κόσμος πάντα αλλάζει αλλά είναι στο χέρι μας αν θα αλλάξει προς το καλύτερο ή το χειρότερο.

Σημείο συμφωνίας έκτο και έσχατο: Ακόμη κι αν δεν ασχολείσαι με την πολιτική, η πολιτική ασχολείται μαζί σου

Να ρίξουμε και έναν τελευταίο μύθο. Όταν απέχεις, δεν στέλνεις μήνυμα στο σύστημα που σε δυσαρεστεί, απλώς το ανακουφίζεις γιατί δεν το αλλάζεις. Η πολιτική διαμορφώνει τους όρους της ζωής σου, είτε θέλεις να το πιστέψεις είτε όχι. Απέχοντας μοιάζεις με το παιδί που από φόβο στο σκοτάδι και ό,τι κρύβεται μέσα του, κουκουλώνεται με την κουβέρτα του. Και επειδή δεν βλέπει νιώθει πως προστατεύεται. Ίσως δεν είναι τυχαίο που αυτή τη συμπεριφορά μπορεί να την ανακαλούμε και σε μεγαλύτερη ηλικία.

Διά ταύτα

Εκλογές λοιπόν. Άλλη μια φορά, γράφουμε την ιστορία των ημερών μας. Είτε συμμετέχοντας είτε απέχοντας, κουβαλάμε μια ευθύνη. Την ευθύνη να αποφασίσουμε με ποιον κόσμο είμαστε. “Ας μην το κρύβουμε, διψάμε για ουρανό” έλεγε ο Σαχτούρης. Κι ο δικός μας ουρανός είναι η ανατροπή!  Θα ψηφίσουμε λοιπόν. Για να φύγει η μαυρίλα μέσα από τις ψυχές τις δικές μας και των ανθρώπων μας. Για να είμαστε στο ευρώ ως ευρωπαϊκή χώρα και όχι ως χώρα της υποσαχάριας Αφρικής. Για να μην φεύγουν οι άνθρωποι μας στα ξένα, στην εξορία της μετανάστευσης, για να μην είναι η ζωή μας μόνο το skype του Σαββατοκύριακου. Για να έχουμε 8ωρο και ένα πρόγραμμα ζωής. Για να ανέβει ο κατώτατος μισθός και να έχουμε πάλι συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Για να μην πουληθούν οι παραλίες μας, να μην πουληθεί το νερό μας και να μην δηλητηριαστεί από το κυάνιο των χρυσοθήρων, για να μην γίνονται τα πανεπιστήμια χώρος για λίγους, για να μην μετράμε το δεκάλεπτο στο σουπερμάρκετ και να μην ψάχνουμε τα πιο φτηνά μακαρόνια, για να μην πέφτουμε σε κατάθλιψη επειδή δεν μας φτάνουν τα λεφτά για έναν καφέ και χάνουμε τους φίλους μας, για να μην μας πιάνεται η ψυχή μην μπει ελεγκτής στο μετρό και μας ζητήσει το εισιτήριο που δεν κόψαμε, για να μην κόβουμε το ίντερνετ και μένουμε με την τηλεόραση, για να μην μας πονάει το στομάχι όταν βλέπουμε λογαριασμό στην πόρτα, για να μην περπατάμε στο δρόμο με τεντωμένα νεύρα και έτοιμοι για τσακωμούς, για να μην εξαπλώνεται το μίσος του αδύναμου για τον πιο αδύναμο. Για να μην έχουμε γλοιώδεις τηλεπατριώτες υπουργούς και μαφιόζους δημάρχους. Για να χαμογελάμε μαζί με τους φίλους μας.

Και γιατί με τον ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί αν μπορεί κάποιος να πάει τα πράγματα προς τα εκεί είναι αυτός. Γιατί δεν είναι κομμάτι των σχέσεων και των μηχανισμών εξουσίας που μας έφεραν εδώ. Γιατί κανείς δεν τον έχει στο χέρι. Και γιατί, πάνω απ' όλα, οι άνθρωποί του είναι άνθρωποι των καθημερινών αγώνων. Τα μέλη του είναι η μεγαλύτερη εγγύηση πως το κόμμα δεν θα κάνει κωλοτούμπες και δεν θα προδώσει κανέναν. Γιατί τότε, δεν θα ήταν οι ίδιοι απλώς οι υποδοχείς της δυσαρέσκειας του κόσμου, αλλά οι πρώτοι που θα αντιδρούσαν και θα έφερναν τα πάνω-κάτω, στο ίδιο τους το κόμμα. Γιατί είναι αριστεροί. Γιατί έχουν την ιδεολογία των συλλογικών αγώνων για τα δικαιώματα μας. Γιατί αν ήθελαν να κάνουν τα ίδια, θα είχαν πάει από χρόνια στο ΠΑΣΟΚ.

Θα προσπαθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ με όλες του τις δυνάμεις να αλλάξει τα πράγματα; Οπωσδήποτε ναι. Θα το πετύχει; Εδώ είμαστε. Εδώ είναι που θυμόμαστε τον Σαρτρ να λέει πως “Το τρομερό μυστικό των θεών και των βασιλιάδων είναι η ελευθερία των ανθρώπων”. Γιατί το αν θα πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ εξαρτάται και από τη δική μας δράση, το δικό μας ξύπνημα. Και είμαστε ελεύθεροι να το κάνουμε, να μην βάλουμε το καράβι στον αυτόματο, αλλά να είμαστε εκεί, μαζί με την κυβέρνηση της Αριστεράς οι πολίτες σε ένα συγχρονισμένο χορό, να ανοίγουμε δρόμο ο ένας στον άλλο. Γιατί χωρίς τον κόσμο σε κίνηση, κανένας ΣΥΡΙΖΑ και κανένας Τσίπρας δεν μπορεί να σε σώσει.

Και τώρα είναι η ώρα που ο καθένας κοιτάει τη ζωή του, την ιστορία του και το μέλλον του. Και αναλαμβάνει την ευθύνη του. Το πρώτο, ελάχιστο, βήμα είναι μια ψήφος. Αυτή που για να την έχουμε έχει χυθεί αίμα. Για τα επόμενα βήματα θα φέρουμε στο νου μας ότι μεγαλώσαμε μαθαίνοντας ιστορίες για το πως οι άνθρωποι σε αυτά τα χώματα νικούσαν πάντα τα μεγάλα θηρία. Ιστορίες αληθινές, για αυτό και τρομερές και υπέροχες. Και δεν θα τις ξεχάσουμε πια. Θα δοκιμάσουμε. Θα προσπαθήσουμε. Να αλλάξουμε τα πράγματα. Να ζήσουμε αλλιώς. Να ανασάνουμε.

Υ.Γ. Πριν λίγες μέρες, άκουσα μια ιστορία στο ραδιόφωνο. Όταν έπεσε στην Νότια Αφρική το ρατσιστικό καθεστώς του Απαρτχάιντ, πρόεδρος της χώρας βγήκε ο ήρωας Νέλσον Μαντέλα. Την ημέρα των εκλογών, μία κυρία 92 ετών στεκόταν για πολύ ώρα στην ουρά για να ψηφίσει. Τότε, κάποιοι της πρότειναν να παρακάμψει τη σειρά και να περάσει μπροστά. Η απάντησή της; “Τι λες παιδί μου... εγώ σήμερα ψηφίζω για πρώτη φορά στη ζωή μου. Δεν θα τη χάσω αυτή τη στιγμή...”.