Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

«Βαλκανικός» φιλελευθερισμός: Ατελής, αφελής και επικίνδυνος

http://rednotebook.gr/details.php?id=5126

Η ταινία Βαλκανιζατέρ ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες ελληνικές παραγωγές της τελευταίας δεκαετίας του 20ου αιώνα, μεταξύ άλλων επειδή κατάφερνε να αναδείξει μία σειρά στοιχείων που οι πιο πολλοί από εμάς αναγνώριζαν ως κοινούς τόπους των βαλκανικών λαών. Δεσπόζοντα μεταξύ αυτών κάποια στοιχεία που συγκροτούν την κυρίαρχη –και για εμάς τους ίδιους– εικόνα των Ελλήνων. Η έμπνευση, η πατέντα, το κόλπο και κυρίως ένας ιδιαίτερος τρόπος να μετασχηματίζονται τα πάντα σε «βαλκανικής» κοπής πράγματα και να εκφράζονται με ιδιαίτερους – και συνήθως μπερδεμένους, ευκαιριακούς και πρόχειρους – τρόπους.

Μεταξύ των όσων μετασχηματίζονται επί τω «βολικότερω» όταν περνάν τα σύνορα της Ελλάδας είναι μερικές φορές και οι πολιτικές ιδεολογίες, με τελευταία περίπτωση αυτήν την φιλελευθερισμού. Έχει επισημανθεί και παλιότερα πως το κόμμα της Ντόρας Μπακογιάννη είναι ένα εξαιρετικό δείγμα κουτσού φιλελευθερισμού. Είναι ένα κόμμα που επικαλείται τον φιλελευθερισμό, αλλά δεν ανοίγει κανένα από τα θέματα που παραδοσιακά βρίσκονται στην πολιτική ατζέντα των αντίστοιχων ευρωπαϊκών κομμάτων. Ούτε για την εκκοσμίκευση του κράτους και την απαγκίστρωση του από την εκκλησιαστική ανάμιξη μιλάει, ούτε προς τον εθνικισμό και τον ρατσισμό στήνει μέτωπο, ούτε τον διαχωρισμό μαλακών – σκληρών ναρκωτικών διεκδικεί, ούτε τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλόφιλων υπερασπίζεται. Προσαρμόζεται δηλαδή πλήρως στις ιδεολογικές ανοχές του δεξιού (κυρίως) φάσματος της ελληνικής κοινωνίας και στα αποθέματα πολιτικού προσωπικού που είχαν περισσέψει τη στιγμή της ίδρυσής του και δεν προβάλει ούτε καν αυτά τα ταξικώς ακίνδυνα, αρχικά τουλάχιστον, θέματα. Πόσο πολιτικά φιλελεύθερο κόμμα να κάνεις άλλωστε με στελέχη τον Μαρκογιαννάκη, τον Καλό και, μέχρι πρότινος, τον Κιλτίδη;

Στο πλαίσιο του «βαλκανικού φιλελευθερισμού» ο πολιτικός του φορέας δικαιούται να ανασύρει ακόμη και προτάσεις ακροδεξιάς πατέντας, όπως αυτή περί διευρυμένη οπλοχρησίας από την πλευρά των πολιτών, την οποία πρότεινε ο Γ. Καρατζαφέρης και υιοθέτησε γραπτώς ο Τάκης Μίχας, Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων της Δημοκρατικής Συμμαχίας. Το ελάχιστο που μπορεί να κάνει κάποιος βλέποντας πως ένα κόμμα που, στα λόγια, υποστηρίζει τον εκσυγχρονισμό του κράτους με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα, υιοθετεί μία θέση η οποία παραπέμπει σε παραδοσιακές κοινωνίες του 18ου αιώνα και στον πολιτισμό των όπλων του Νότου των ΗΠΑ, είναι να μιλήσει για αντίφαση. Μπορεί όμως να μιλήσει και για απλή και καθαρή βλακεία, την οποία προκαλεί ο ταξικός πανικός των ανθρώπων τα συμφέροντα των οποίων εκφράζονται από αυτόν τον πολιτικό χώρο.

Υποτίθεται πως η φράση «δρακόντειοι νόμοι» μας είναι οικεία ακριβώς επειδή για τους νόμους του νομοθέτη Δράκοντα στην Αρχαία Αθήνα έχουμε διδαχτεί ήδη από τα χρόνια του Δημοτικού. Διδαχθήκαμε, λοιπόν, την αποτυχία αυτών των νόμων, οι οποίοι, ακριβώς λόγω της υπερβολικής τους αυστηρότητας, οδήγησαν σε αύξηση των φαινομένων παραβατικής συμπεριφοράς. Αλλά και πάλι, δεν χρειάζεται ιστορική γνώση αλλά στοιχειώδης ψυχραιμία –και βεβαίως ανθρωπισμός– για να σκεφτεί κάποιος πως αν π.χ. οι διαρρήκτες γνωρίζουν πως οι κάτοικοι ενός σπιτιού πιθανότατα θα οπλοφορούν και θα τους χτυπήσουν, το πιθανότερο είναι πως θα πυροβολούν πάντα πρώτα οι ίδιοι! Επίσης, πόσο μυαλό χρειάζεται για να σκεφτεί κανείς πως αν σε συνθήκες κοινωνικής κρίσης δοθεί γενικευμένο δικαίωμα οπλοχρησίας, τότε θα βρεθούν εξοπλισμένες και ομάδες που επιδιώκουν την πρόκληση κοινωνικού χάους και την επιβολή αυταρχικών λύσεων;

Προφανώς εδώ η απάντηση δεν βρίσκεται ούτε στη μέτρηση της νοημοσύνης ή της πολιτικής οξύνοιας όσων αλλοφρόνων φιλελευθέρων τρέχουν να γραφτούν ομαδικά σε λέσχες σκοποβολής. Η ερμηνεία έχει να κάνει με τον ταξικό πανικό. Και την αδυναμία των ανθρώπων αυτών να δουν πέρα από τη μύτη τους, γιατί εκεί βρίσκεται μια λύση που δεν τους αρέσει καθόλου. Η αντιμετώπιση της παρανομίας με την επίλυση των κοινωνικών αιτιών της, άρα με την αναίρεση των προνομίων τους και το άνοιγμα μιας απειλητικής για αυτούς κοινωνικής προοπτικής. Και όσο η κρίση και οι φόβοι που τους δημιουργεί θα τους κάνει να αποφεύγουν με μανία τέτοιες σκέψεις, τόσο περισσότερο θα καταφεύγουν σε άλλες, εκκωφαντικά βλακώδεις. Κυρίως, όμως, ανεύθυνες και επικίνδυνες. Οι παράλογες αυτές θέσεις είναι ένας καλός δείκτης του πόσο στριμωγμένοι είναι οι φορείς της κυρίαρχης ιδεολογίας. Μας θυμίζουν όμως πάντα πως όταν κανείς βρίσκεται σε πανικό, μπορεί να γίνει καταστροφικός. Τι άλλο ανέδιδε το φασιστικό φαινόμενο στην Ευρώπη, πέρα από τη μυρωδιά του φόβου, πρωτίστως, των αστών;