Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ στην εποχή των αναγκών


― Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
― Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
― Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
― Φταίει πρώτ' απ' όλα το κρασί!

Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!

Με τίτλο «Για τη νεολαία και τη Νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ» ο σύντροφος Πάνος Χριστοδούλου, μέλος του ΚΣ της Νεολαίας ΣΥΝ έγραψε ένα άρθρο για τον χαρακτήρα της νέας μας οργάνωσης. Διαφωνώ τόσο πολύ με αυτό το κείμενο, που καταλήγω να το θεωρώ πολύτιμο. Διότι αναδεικνύει με τον πιο καθαρό τρόπο την τεράστια αμηχανία που χαρακτηρίζει εν μέρει όλους μας, αλλά κάποιους απολύτως, απέναντι στις ανάγκες που δημιουργεί η πολιτική συγκυρία.

Ο συν. προσπαθεί να ερμηνεύσει το γιατί η Νεολαία μένει σε τόσο μικρό αριθμό μελών, αναντίστοιχο προς τον ΣΥΡΙΖΑ των 35.000 οργανωμένων. Η πρώτη απάντηση που δίνει παραπέμπει ουσιαστικά στο 1989, αφού μας εξηγεί πως πλέον το να είσαι οργανωμένος στην Αριστερά δεν είναι μόδα, όπως ήταν για τους γονείς μας. Μόνο που το ίδιο ακριβώς ίσχυε όλα αυτά τα χρόνια και για την ΚΝΕ, η οποία όμως είχε πετύχει μία πολύ μεγαλύτερη μαζικότητα από τη δική μας. Επίσης, επικαλείται ως δυσκολία το «τέλος των ιδεολογιών». Και εκεί όμως που οι ιδεολογικές συγκρούσεις παρέμεναν όλα αυτά τα χρόνια ζωντανές και ισχυρές, στα πανεπιστήμια, δεν καταφέραμε ποτέ να προσεγγίσουμε ούτε τις εκλογικές καταγραφές ούτε τη μαζικότητα της ΠΚΣ και των ΕΑΑΚ. Άρα, μάλλον κάτι άλλο ισχύει, που δεν μας το λέει αυτή η εξαιρετικά εύκολη απάντηση, η οποία, όπως λέει και ο ίδιος ο συν. «όπως κάθε εύκολη απάντηση, είναι συνήθως λάθος».

Δηλώνει επίσης ως αιτία το ότι «η πλειοψηφία των νέων δεν έχει μνήμες από συλλογικούς αγώνες». Αλήθεια; Και πότε είχε η «πλειοψηφία» των νέων τέτοιες μνήμες; Ούτε στη δεκαετία του '60 δεν ίσχυε αυτό. Αλλά τέλος πάντων, άλλο είναι το κύριο. Πότε είχαμε λοιπόν, τα τελευταία 30 χρόνια, πιο μαζικούς νεολαιίστικους αγώνες από τις Πλατείες; Και τι καρπωθήκαν οργανωτικά από αυτό οι οργανώσεις Νεολαίας μας; Σε σχέση με την μαζικότητα του αγώνα και τη σφοδρότητα της σύγκρουσης -και με αυτά που καρπώθηκε το κόμμα-, τίποτα. Απολύτως τίποτα.

Βλέπουμε λοιπόν μια πολύ έντονη τάση να αποδίδεται η μη μαζικοποίηση (αν και για κάποιο λόγο δεν λέγεται ποτέ έτσι) των οργανώσεών μας στις «αντικειμενικές συνθήκες». Απλώς εδώ αντί να μιλάμε για το βαθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων μιλάμε για την κρίση αντιπροσώπευσης και την κρίση των ιδεολογιών. Και καταλήγουμε έτσι σε βολικές και καθησυχαστικές ερμηνείες. Διότι ο συν. μας το λέει ευθέως: δεν χρειάζεται να νιώθουμε «τύψεις και ενοχές απέναντι σε μιαν αόρατη υποχρέωση που συνεχώς μας κρίνει». Η «αόρατη υποχρέωση» είναι ασφαλώς το να αντιστοιχηθούμε επιτέλους στις ανάγκες του καιρού μας, να γίνουμε περισσότεροι και πιο οργανωμένοι και έτσι τελικά να ζήσουμε αλλιώς. Και ας μου εξηγήσει κάποιος: Γιατί είναι κακό το να θεωρεί μία συλλογικότητα ότι έχει πάρα πολλά ακόμη να κάνει και να νιώθει άσχημα γιατί δεν τα κάνει; Και για να μην μπερδευόμαστε με τους ψυχολογικούς όρους, όπως οι τύψεις και οι ενοχές, που αφορούν άτομα και να μιλήσουμε για συλλογικότητες, ας το κάνουμε πιο καθαρό. Γιατί είναι κακό να νιώθουμε συλλογικά, ως οργάνωση, μια ανεπάρκεια; Είναι αυτό «αυτμαστίγωμα»; Όχι. Παλιά το λέγανε αυτοκριτική.
Τα κεφάλια μέσα

Κάποια στιγμή έρχεται η ώρα που ο συγγραφέας του κειμένου παρουσιάζει το τι πρέπει να κάνουμε για να ξεφύγουμε από αυτήν την κατάσταση. Κι εδώ είναι η μεγάλη αποκάλυψη. Όλο το βάρος της ανάλυσης πέφτει πάλι σε εμάς. Στους ήδη ανήκοντες στην Αριστερά. Και ούτε καν στη δράση μας. Αλλά, για ακόμη μία φορά, στην ανάλυση. Στην ανάγκη εμείς «να ξεφύγουμε από την κατάσταση που υπάρχει στην κοινωνία», εμείς «να αντιληφθούμε την ιδιαιτερότητα του εαυτού και των γύρω μας», σε εμάς να βασιστεί «η ιδιαίτερη επεξεργασία» για την νεολαία, από εμάς να προκύψει μια «ένας νέος τρόπος σκέψης». Ακόμη και το να μάθουμε να σκεφτόμαστε αλλιώς, κι αυτό από μόνοι μας θα το μάθουμε! Όχι από τον κόσμο ή μαζί με τον κόσμο, αλλά από μόνοι μας. Αρκεί «να μη θεωρούμε τον εαυτό μας ως κάτι ξένο προς τη σημερινή νεολαία». Ναι, αλλά αυτή η «σημερινή νεολαία» ποια θέση έχει μέσα σε αυτήν την εξίσωση; Πως την λαμβάνουμε υπόψιν αν ρίχνουμε όλο το βάρος σε εμάς;

Το κενό φαίνεται λίγο παρακάτω. Γιατί εκεί που περιμένεις να διαβάσεις το πως θα συγκροτήσουμε αυτόν τον νέο τρόπο σκέψης, ο συν. πετάει τη μπάλα στην κερκίδα και παραθέτει μια σειρά από γενικόλογες κοινοτυπίες, όπως ότι πρέπει να δώσουμε στον κόσμο ελπίδα, να μάθουμε τη χαρά του συλλογικού αγώνα, να ξανααποκτήσουμε τη χαμένη μας αθώωτητα, να ξεπεράσουμε τους φόβους μας και άλλα τέτοια. Είναι αυτό απάντηση; Όχι. Είναι αμηχανία. Και αδυναμία. Μια τεράστια αδυναμία.

Και κάπου εδώ αποδεικνύεται το αδιέξοδο. Γιατί αν ψάχνοντας τη λύση για το «έξω» παραμένεις στο «μέσα», τότε απλώς θα φτάνεις ξανά και ξανά μπροστά στο αδιέξοδό σου και θα αναμασάς τα ίδια και τα ίδια. Γιατί αν δεν δεχτούμε πως η λύση βρίσκεται στον κόσμο, πως η οργάνωσή μας επιβάλλεται να ανοίξει τώρα στον κόσμο, να τον πλησιάσει ως μαθητής η ίδια και όχι μόνο ως δάσκαλος, να «οργανώσει την εισβολή των μαζών στο κόμμα μας και να μη τη φοβηθεί», όπως ψηφίσαμε όλοι (αν και κάποιοι δεν το πίστεψαν ποτέ) στο τελευταίο συνέδριο της Νεολαίας ΣΥΝ και όχι πως το καθήκον μας είναι (όπως κάποιοι είπαν, αλλά δεν τόλμησαν ποτέ να ψηφίσουν) «να περάσουμε στην κοινωνία την κουλτούρα της Αριστεράς», τότε καταλήγουμε απλώς να ψάχνουμε μαγικές συνταγές.

Κι αν πιστεύεις πως, όπως πλέον λέγεται και δημοσίως, εμείς, τα υπαρκτά μέλη της Αριστεράς, πρέπει «να εκπαιδεύσουμε τον κόσμο στη δημοκρατία» (εξαιρετικά αντιφατικό, όταν πριν από λίγο καιρό οι ίδιοι άνθρωποι έλεγαν πως οι Πλατείες – δηλαδή ο κόσμος – δίδαξαν σε εμάς και την οργάνωσή μας τη δημοκρατία!), πως η μαζική είσοδος νέων ανθρώπων στην Οργάνωση θα της αλλοιώσει τη φυσιογνωμία, αν πιστεύεις πως μόνο η Αριστερά πρέπει να αλλάξει τον κόσμο και όχι ο κόσμος την Αριστερά, τότε καταλήγεις να ψάχνεις τη φιλοσοφική λίθο, που θα μετατρέπει διά μαγείας τους νέους σε αριστερούς.

Και θα πει κανείς: Τι νόημα έχουν αυτά που λες; Μήπως είναι έξω από τις πόρτες μας τίποτα χιλιάδες άνθρωποι κι εμείς δεν τους ανοίγουμε να μπουν; Μα και μόνο η ερώτηση αυτή δείχνει το πρόβλημα. Γιατί οι άνθρωποι δεν είναι, βεβαίως, έξω από την πόρτα μας, αλλά και δεν πρόκειται να έρθουν ποτέ από μόνοι τους. Γιατί αν φοβάσαι πως ο κόσμος θα σε αλλοιώσει, τότε δεν πας ποτέ να τον συναντήσεις. Και για κάτι ακόμη. Αν πιστεύεις πως το πιο κρίσιμο για την Νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι να παραμείνει απολύτως ριζοσπαστική, ακόμη και με τον κόσμο που θέλει να εκφράσει να παραμένει έξω από αυτήν, προκειμένου να μπορεί να στρέφει προς τα αριστερά την κυβέρνηση της Αριστεράς, τότε δεν θέλεις πρωτίστως μια οργάνωση εργαλείο μαζικών και νικηφόρων κοινωνικών αγώνων. Θέλεις πρωτίστως μια οργάνωση - ομάδα εσωτερικής πίεσης, με αριστερή πατέντα. Αυτό όμως είναι άχρηστο. Και ειδικά σήμερα, επικίνδυνο. Κι αν θέλεις να κάνεις κάτι τέτοιο, τότε, ασφαλώς, δεν φροντίζεις να μεγαλώσει η Οργάνωση. Τότε αφήνεις να περάσουν εφτά μήνες χωρίς να οργανώσεις καμπάνια εγγραφής νέων μελών, αν και έχεις την υποχρέωση. Τότε ζητάς να γίνει η ιδρυτική Συνδιάσκεψη της νέας μας Οργάνωσης με 200-250 συνέδρους όλους κι όλους, να χαθεί ο πλουραλισμός των απόψεών μας, να μην δοθεί η ευθύνη σε όσο περισσότερο κόσμο γίνεται να συνδιαμορφώσει τη φυσιογνωμία της Οργάνωσής μας. Γιατί ο κόσμος εκπαιδεύεται και έτσι, μέσα από την ευθύνη. Όχι με τα λόγια.

Ο υπαρκτός σοσιαλισμός κατέρρευσε προ πολλού. Η υπαρκτή οργάνωσή μας όμως αρνείται να δώσει το χώρο της. Το παλιό πεθαίνει και το νέο πασχίζει να γεννηθεί. Οι παλιές ταυτότητες, οι παλιές πρακτικές, η ελιτίστικη αντίληψη για τη σχέσης της Αριστεράς με τον κόσμο, όλα αυτά πρέπει να δώσουν τη θέση τους στον κόσμο και στις ανάγκες του. Γιατί σε αυτή την εποχή φτάσαμε. Την εποχή των αναγκών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου