Πριν από λίγες μέρες, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας βράβευσε τους Ευζώνους που κατά τη διάρκεια της πρόσφατης βομβιστικής επίθεσης στη Βουλή αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους. Αυτή η κίνηση του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα οδηγεί σε δύο σκέψεις.
Καταρχάς, οι Εύζωνοι επέλεξαν να παραμείνουν στη σκοπιά τους χωρίς, προφανώς, να μπορούν να αποτρέψουν την επικείμενη έκρηξη αλλά ούτε και να προστατεύσουν κανέναν από αυτήν. Έθεσαν δηλαδή τη ζωή τους σε κίνδυνο χωρίς κανέναν λόγο. Η Ελληνική Δημοκρατία όμως, διά του Προέδρου της, επέλεξε να τους τιμήσει. Τι υπόδειγμα συγκροτεί αυτή η ενέργεια; Προφανώς υποδεικνύει την ανώφελη παρολίγο αυτοθυσία των Ευζώνων ως ενδεδειγμένη πράξη. Μήπως λοιπόν, η Δημοκρατία μας ζητάει πλέον αίμα; Μήπως ψάχνει νέους μάρτυρες, στη μάχη εναντίον της τρομοκρατίας; Και αν δεν είναι έτσι, αν δεν συνειδητοποιεί κανείς τις προεκτάσεις αυτής της συμβολικής βράβευσης, τότε ποιος θα να αναλάβει την ευθύνη αν στην επόμενη αντίστοιχη περίπτωση, ο οπλίτης (ή ο όποιος πολίτης, παρακινούμενος από αυτό το παρασημοφορημένο παράδειγμα) που θα κινδυνεύσει άνευ λόγου, χάσει τη ζωή του; Σε ποιου τα χέρια θα βρίσκεται το αίμα του;
Η δεύτερη σκέψη, λιγότερο αξιακά φορτισμένη από την πρώτη αλλά επίσης πολιτική, είναι πως το γεγονός αυτό είναι απολύτως ενδεικτικό ως προς το γιατί η Αριστερά δεν υπάρχει λόγος στο σημερινό συσχετισμό δύναμης να επιδιώκει την εκλογή ενός δικού της ανθρώπου στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο κατέχων αυτό το αξίωμα είναι υποχρεωμένος να μην εκπροσωπεί τον εαυτό του αλλά το κράτος, την επίσημη Πολιτεία, ή αλλιώς τον «κοινωνικό μέσο όρο». Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας βάζει σε μεγάλο βαθμό στο ντουλάπι τις προσωπικές του ιδεολογικές καταβολές και υποτάσσεται στην κυρίαρχη κρατική βούληση, στους περιορισμούς που του επιβάλλει ο θεσμικός του ρόλος. Αναγκάζεται δηλαδή να προβαίνει σε ενέργειες σαν αυτή της βράβευσης των Ευζώνων. Από αυτή την άποψη, είναι αντιφατική η επιλογή του ΣΥΝ να προτείνει ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς για την Προεδρία της Δημοκρατίας, σαν να είναι ο λόγος που θα αρθρώνει πρωτίστως ζήτημα προσώπου και όχι κοινωνικού συσχετισμού δύναμης και χαρακτήρα της κρατικής εξουσίας. Τότε, γιατί δεν δεχτήκαμε την υποψηφιότητα Κωνσταντόπουλου το 2004; Δηλαδή, θα προτείνουμε αριστερούς προέδρους αλλά όταν τους δέχονται και οι άλλοι θα κάνουμε πίσω; Σε αυτά τα ζητήματα, η μάχη χαρακωμάτων σε κάνει να φαίνεσαι αφερέγγυος και αστείος.
Ακόμη, λοιπόν, και η κριτική υπερψήφιση του Κ. Παπούλια θα ήταν προτιμότερη της ενδεχόμενης εκλογής ενός αριστερού Προέδρου της Δημοκρατίας, που θα καλούνταν να εκφράσει έναν κοινωνικό συσχετισμό δύναμης στο πλαίσιο του οποίου οι δικές του ιδέες θα ήταν αδύναμες. Και με όρους τακτικής λοιπόν, τι είναι προτιμότερο; Να έχουμε έναν αριστερό Πρόεδρο της Δημοκρατίας που θα βγάζει λόγους περί του έθνους και θα βραβεύει τους Ευζώνους αλλά θα υιοθετεί μια πιο ριζοσπαστική στάση, για παράδειγμα, για τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 ή έναν Πρόεδρο εκτός Αριστεράς, που θα κάνει ακριβώς τα ίδια; Ποιου η παρουσία μας «βοηθά» περισσότερο; Ποιον μπορούμε να επικαλεστούμε για να ενισχύσουμε και να αποδαιμονοποιήσουμε τις θέσεις μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου