Η παρουσία του φασίστα Μιχαλολιάκου, αρχηγού της Χρυσής Αυγής, στον ΣΚΑΙ, αλλά κυρίως η παρουσία του δημοσιογράφου του σταθμού, Κωνσταντίνου Μπογδάνου, απέδειξε με τον καλύτερο και τον πιο κρυστάλλινο τρόπο το γιατί πρέπει, ξεπερνώντας τα αντανακλαστικά και τις συνήθειές μας, να μην αφήνουμε πλέον σε κανένα δημόσιο βήμα τους χρυσαυγίτες χωρίς αντίλογο. Η ένδεια των επιχειρημάτων του δημοσιογράφου του ΣΚΑΙ (αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά πως δεν μπορείς να έχεις καμία σοβαρή απαίτηση από τους δημοσιογράφους που έχουν βγάλει το μεγάλο σχολείο των ανεγκέφαλων της… ΔΑΠ), που το μόνο που κατάφερνε να κάνει είναι να αναμασά – ανεπιτυχώς και ενοχλητικά – τα επιχειρήματα για τις ναζιστικές καταβολές της Χρυσής Αυγής, βασισμένα μόνο σε πρωτοσέλιδα του εντύπου της φασιστικής συμμορίας και σε φωτογραφίες των μελών της, κατάφερε να κάνει τον Μιχαλολιάκο συμπαθή. Αποσπασματικές ερωτήσεις, δήθεν (και για αυτό εκνευριστική) ευγένεια και μια χαρακτηριστική αδυναμία να ξεφύγει από τα πρωτόλεια επιχειρήματα κατά της Χρυσής Αυγής που έχουν εξαντλήσει τη δυναμική τους ήδη από την προεκλογική περίοδο.
Αυτό το τελευταίο είναι και το πιο κρίσιμο. Οι δημοσιογράφοι των μεγάλων ΜΜΕ αλλά και οι πολιτικοί του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δεν είναι σε θέση να απαντήσουν αποτελεσματικά στη Χρυσή Αυγή. Όχι μόνο επειδή είναι φθαρμένα στελέχη ενός απεχθούς συστήματος και άρα αναξιόπιστοι πομποί του οποιουδήποτε μηνύματος, που καταλήγουν να ενισχύουν κάτι όταν του κάνουν κριτική. Αλλά κυρίως, επειδή η επιχειρηματολογία τους δεν μπορεί να ακουμπήσει τα κρίσιμα σημεία που θα αποδομούσαν ριζικά τη Χρυσή Αυγή, τα σημεία που αφορούν την ουσία της πολιτικής της, ειδικά όπως αυτή ξεδιπλώνεται (και εκτίθεται) μέσα στην κρίση.
Έτσι λοιπόν, κάθε φορά που ο Μιχαλολιάκος ένιωθε να στριμώχνεται, πετούσε στον Μπογδάνο μια μπηχτή για τη Ζίμενς, τους μεγαλοδημοσιογράφους που φρουρούνται από την αστυνομία, τις ΜΚΟ που σχετίζονται με τον όμιλο Αλαφούζου και έφερνε με τη σειρά του αυτόν σε δύσκολη θέση, διότι τον εμφάνιζε ως εκπρόσωπο του φθαρμένου συστήματος εξουσίας. Επομένως, ο Μπογδάνος, και κάθε δημοσιογράφος που δρα ως εκπρόσωπος επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων, δεν μπορεί να εκθέσει πολιτικά την στάση της Χρυσής Αυγής, διότι αυτό θα επέβαλλε να συγκρουστεί με τα συμφέροντα που υπηρετεί και τις αντίστοιχες πολιτικές αντιλήψεις.
Δεν υπάρχει πλέον άνθρωπος που να μην έχει ακούσει πως η Χρυσή Αυγή είναι μια «νεοναζιστική, ρατσιστική, εθνικιστική» οργάνωση. Και δεν υπάρχει κανένας από αυτούς που την ψηφίζουν που να τον νοιάζει. Δεν το θεωρούν σημαντικό, δεν πιστεύουν πως η Χρυσή Αυγή θα μπορέσει ποτέ να έρθει στην εξουσία και να ανοίξει στρατόπεδα συγκέντρωσης ή απλώς – οι λιγότεροι – το εγκρίνουν. Θέλουν να την χρησιμοποιήσουν σαν μαστίγιο απέναντι στο σύστημα. Να το τιμωρήσουν και να το ξυπνήσουν. Επομένως, ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής δεν είναι πλέον ούτε η Ιστορία, ούτε η «καθαρή» ιδεολογία. Το προνομιακό πεδίο πάλης είναι το βασικό, το ταξικό. Μόνο εμείς, λοιπόν, μπορούμε να εγκαλέσουμε τη Χρυσή Αυγή για το ότι ψηφίζει στη Βουλή υπέρ του χαρίσματος των χρεών των ποδοσφαιρικών ομάδων, κατά της εξεταστικής για τη Ζίμενς, υπέρ του Λάτση και υπέρ της πώλησης της Αγροτικής Τράπεζας και πως αγωνίζονται υπέρ ιδιοκτητών πάρκινγκ και εναντίον λαϊκών δημοτικών αρχών. Γιατί μόνο εμείς είμαστε απέναντι σε αυτές τις πολιτικές που προωθεί και η Χρυσή Αυγή. Μόνο εμείς μπορούμε να τους πούμε πως είναι τζάμπα μάγκες, γιατί αντί να στραφούν εναντίον των τραπεζιτών και των εφοπλιστών, χτυπάνε αυτούς που καθαρίζουν τα τζάμια των τραπεζών και τα καταστρώματα των πλοίων. Στη συνέντευξη στον ΣΚΑΙ, όταν ο δημοσιογράφος ρωτούσε για τις ναζιστικές καταβολές της Χρυσής Αυγής, ο Μιχαλολιάκος γινόταν ηγεμονικός επειδή απαντούσε πως το θέμα δεν είναι ο Χίτλερ αλλά «η μάνα στο Πέραμα που δεν έχει να ταϊσει τα παιδιά της εξαιτίας του Μνημονίου». Εκεί λοιπόν, ο μνημονιακός δημοσιογράφος σιωπά. Το βουλώνει. Κιτρινίζει και αλλάζει θέμα. Ενώ εμείς θα λέγαμε ότι από αυτήν τη γυναίκα που πράγματι πεινάει λόγω του Μνημονίου, εμείς ζητάμε να έρθει μαζί μας για να ακυρώσουμε το Μνημόνιο, να βάλουμε τις τράπεζες υπό δημόσιο έλεγχο και να αυξήσουμε τη φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου και των εφοπλιστών, ενώ ο Μιχαλολιάκος έχει να της προτείνει μόνο «να φύγουν οι ξένοι»!
Ας συνειδητοποιήσουμε τη σημασία δύο πραγμάτων και ας φερθούμε αναλόγως. Πρώτον, πως η Χρυσή Αυγή δεν είναι πλέον στο 0,1%, για να υιοθετούμε απέναντί της την τακτική του μη διαλόγου, για να μην της δώσουμε βήμα και την νομιμοποιήσουμε, όπως κάναμε παλαιότερα. Αλλάζουν οι συνθήκες, αλλάζουν και οι τακτικές μας. Δεύτερον, πως εμείς, η Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ, είμαστε η μόνη καθαρή δύναμη, το μόνο τίμιο πρόσωπο της πολιτικής στη χώρα. Άρα, οι μόνοι που μπορούν να αποδομήσουν τη Χρυσή Αυγή. Και επομένως, πως δεν έχουμε το περιθώριο να αποσυρθούμε από αυτήν την «πρόσωπο με πρόσωπο» αντιπαράθεση. Και κάτι ακόμη. Ψυχραιμία. Ούτε είμαστε εμείς από κάτω, ούτε η Χρυσή Αυγή βαδίζει προς την εξουσία. Ας μην αφήνουμε τον πανικό να κερδίζει έδαφος. Ας αντιμετωπίσουμε την κατάσταση όπως έχει. Όπως αρμόζει σε αριστερούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου