Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

Το σχέδιο Αθηνά και οι κοινωνικές επιστήμες


Όλες οι πρόσφατες μεγάλες και μικρές απορρυθμίσεις της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, γίνονται υλοποιώντας το δόγμα ότι η εκπαίδευση πρέπει να γίνεται αντικείμενο εμπορίου, αφού μπορεί να αποδειχτεί χρυσοφόρα. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάπτυξη των κοινωνικών επιστημών δεν μπορεί να αποτελεί προτεραιότητα, αφού η οικονομική τους απόδοση δεν υπολογίζεται ποτέ ως σημαντική.
Έτσι, το σχέδιο “Αθηνά” δεν μας εκπλήσσει ως προς τις μεθόδους και τη στοχοθεσία του. Ήδη από την πρώτη ματιά, η μείωση των εισακτέων στις κοινωνικές επιστήμες από 15.000 σε 14.000 κάνει σαφή τα κριτήρια των αλλαγών. Οι κοινωνικές επιστήμες πρέπει να υποβαθμιστούν και αυτό ξεκινάει με το στένεμα της πρόσβασης σε αυτές. Προοπτικά, το σχέδιο θα περιλάβει ασφαλώς και τη μείωση ή συγχώνευση τμημάτων, κάτι που ήταν γνωστό πως σχεδιαζόταν και τώρα και μάλιστα όχι για μεμονωμένα Τμήματα, αλλά ακόμη και για τμήματα του Παντείου Πανεπιστημίου που είναι δηλαδή οργανικά δεμένα με άλλα ομοειδή μέσα σε ένα αυτόνομο ίδρυμα. Επομένως, λιγότεροι εισακτέοι σε λιγότερα τμήματα, σημαίνει στην πορεία και λιγότερο προσωπικό, διδακτικό και διοικητικό, δια της μη αντικατάστασης των συνταξιοδοτούμενων. Ιδού λοιπόν πως εννοούν οι υπεύθυνοι του υπουργείου παιδείας το “συμμάζεμα” των πανεπιστημίων. Την ίδια στιγμή, οι εισακτέοι των οικονομικών επιστημών αυξάνονται, κάνοντας ακόμη πιο σαφή τον προσανατολισμό και τις προτιμήσεις της ηγεσίας του υπουργείου. Όμως, αυτό δεν σημαίνει απλώς πως οι οικονομικές σπουδές βγαίνουν κερδισμένες από το σχέδιο. Αντιθέτως, θα ασκηθεί μεγάλη προσπάθεια για τον ακόμη πιο έντονο έλεγχο του περιεχομένου των σπουδών σε αυτό το πεδίο, ώστε να λειτουργήσουν ως διαδικασία και μέσο διάχυσης της οικονομικής αντίληψης και της πολιτικής ιδεολογίας της κυβέρνησης και να γίνουν εργαλείο προώθησης των “αναπτυξιακών” της σχεδίων. Άλλωστε, τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση βλέπει την ανάπτυξη (ας ρίξουμε μια ματιά στην περίπτωση των Σκουριών στη Χαλκιδική και στο σχετικό σχέδιο εξόρυξης χρυσού) αλλά και οι αντιλήψεις της για την πνευματική ελευθερία, δεν μπορούν να μας προϊδεάσουν για τίποτα καλύτερο!

Παράλληλα, η ένταξη του μοναδικού πανεπιστημίου κοινωνικών και πολιτικών επιστημών της Ελλάδας, του Παντείου, μέσα στο ομοσπονδιακό πανεπιστήμιο Αδαμάντιος Κοραής, μαζί με άλλα τέσσερα, διαφορετικού αντικειμένου, πανεπιστήμια, είναι σαφές πως στοχεύει στην περικύκλωση του. Το Πάντειο Πανεπιστήμιο, λόγω αντικειμένου και ιστορίας, έχει ένα δυναμικό καθηγητών που είναι σε μεγάλο βαθμό ριζοσπαστικό πολιτικά και έχει συγκρουστεί με τις πρόσφατες κυβερνητικές “μεταρρυθμίσεις”, για αυτό και έχει πολύ συχνά στοχοποιηθεί, και μάλιστα χυδαία, από τα μεγάλα ΜΜΕ και κατά καιρούς κυβερνητικά στελέχη, όπως ο Θ. Πάγκαλος. Η συμπερίληψη του με τέσσερα ακόμη ιδρύματα, των οποίων τα μέλη ΔΕΠ δεν έχουν δείξει παρόμοια στάση, πέρα από το να εξαφανίζει την ακαδημαϊκή ιδιαιτερότητα του Παντείου και να υποβαθμίζει αντικειμενικά τη σημασία των κοινωνικών σπουδών στην Ελλάδα, αποσκοπεί και στο να αποδυναμώσει την ισχύ των εναλλακτικών και αριστερών ιδεών στο εσωτερικό του. Αυτό το σύστημα, που θα μπορούσε και να ονομαστεί “ότι δεν μπορείς να το κόψεις, περικύκλωσέ το”, δεν είναι ασφαλώς πρωτότυπο. Έχει δοκιμαστεί στην Αγγλία της Θάτσερ και του Μπλερ, με τον ίδιο στόχο. Μάλιστα, αυτός που είχε διοριστεί από τον Τόνυ Μπλερ ως επικεφαλής της επιτροπής που είχε τη σχετική ευθύνη ήταν ο πρώην διευθυντής της πετρελαϊκής εταιρείας BP, ασφαλώς κάθε άλλο παρά άνθρωπος ιδιαίτερων ευαισθησιών αναφορικά με την επιστημονική ορθότητα και την κοινωνική χρησιμότητα της επιστήμης!

Όλα τα παραπάνω αποτελούν συνέχεια της πολιτικής υποβάθμισης των κοινωνικών επιστημών που ζούμε εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα, με τη μείωση της χρηματοδότησής τους, τη μείωση των μελών ΔΕΠ που τις θεραπεύουν και την τεράστια εκμετάλλευση των συμβασιούχων διδασκόντων με το ΠΔ 407 που συχνά διδάσκουν χωρίς απολαβές και τον προσβλητικά μικρό αριθμό προσφερόμενων (οικονομικά ανεπαρκών) υποτροφιών. Ειδικά για τα μέλη ΔΕΠ, το ότι από το ισχύον νομικό πλαίσιο προβλέπεται η χωρίς όρια δυνατότητα των τμημάτων να «προσλαμβάνουν» διδάκτορες ως εντεταλμένους διδασκαλίας και χωρίς υποχρέωση μισθοδοσίας τους, κάνει το τοπίο ακόμη πιο σκοτεινό. Όλα αυτά συνδυάζονται με τις επίμονες προσπάθειες των τελευταίων κυβερνήσεων να κλείσουν το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και να περιορίσουν την ενασχόληση του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών με τα αντικείμενα των κοινωνικών επιστημών.

Ξέρουμε πως η σημασία των κοινωνικών επιστημών είναι πραγματικά κεφαλαιώδης για μια κοινωνία. Επιτρέπουν να εξετάζεται κριτικά η ιστορια της και το παρόν της, να συνδέεται το κοινωνικό παρελθόν με το παρόν και το μέλλον, να διαμορφώνονται πολιτικές επιλογές σε μία σειρά τεράστιας σημασίας και γκάμας ζητήματα που αφορούν τη δημιουργία και λειτουργία κρατικών και ευρύτερα κοινωνικών θεσμών. Επίσης όμως, μπορούν να αποκαλύπτουν τις σχέσεις εξουσίας και τους μηχανισμούς παραγωγής κοινωνικού νοήματος, πράγματα δηλαδή που ξεκλειδώνουν τον τρόπο λειτουργίας των μηχανισμών εξουσίας. Επομένως, οι κοινωνικές επιστήμες για την άρχουσα τάξη δεν είναι απλώς “άχρηστες”, αλλά κάτι παραπάνω: επικίνδυνες! Δεν είναι, λοιπόν, για να απορούμε που άλλη μια κυβέρνηση επιχειρεί ουσιαστικά εναντίον τους. Η κοινότητα τους, καθηγητές, φοιτητές και εργαζόμενοι, έχει τώρα πολύ μεγάλη ευθύνη για την υπεράσπισή τους. Ο αγώνας μας αυτός θα είναι ένας αγώνας συνολικά υπέρ του πανεπιστημίου. Και το πιο δύσκολο αλλά και πιο κρίσιμο έργο μας, θα είναι αυτό στο οποίο έχουμε μεινει πολύ πίσω, το να ανοίξουμε το πανεπιστήμιο στην κοινωνία, να φέρουμε τον κόσμο μέσα στα ιδρύματα, να τον κάνουμε να συνειδητοποιήσει τη σημασία του πανεπιστημίου για τη ζωή του. Και βεβαίως, το να μη φοβηθούμε να αναμετρηθούμε με τις δικές μας ανεπάρκειες σε αυτόν τον τομέα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου