Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Παν ντ’ επίς: Η συνταγή της ζωής.



Μαντώ Φλώρου, Παν ντ’ επίς, εκδόσεις Θερμαϊκός, σελ. 141.

Το παν ντ’ επίς (pain depices) είναι ένα γλυκό καθιερωμένο στη Γαλλία. Πιθανότατα έλκει την καταγωγή του από τον 13ο αιώνα, αφού μία πρώιμη εκδοχή του είχε έρθει στην Ευρώπη από την Ασία, έχοντας ως φορέα την κατακτητική πορεία των Μογγόλων. Οι διαδρομές των γεύσεων συχνά είναι ακόμη πιο εντυπωσιακές και απρόσμενες από αυτές των ανθρώπων. Η βάση της ζύμης του είναι το μέλι, την ιδιαιτερότητά του όμως την δίνουν τα μπαχαρικά που περιέχει, όπως το μοσχοκάρυδο και η πιπερόριζα. Γλυκό και πικάντικο, λοιπόν. Μοιάζει να αποτελεί μία συμβολική συμπύκνωση της ιδεατής ζωής. Έτσι μοιάζουν, με μία πρώτη ματιά, και οι ζωές των οικογενειών Παλιού και Μούλερ, που ζουν στην Αθήνα και το Στρασβούργο. Με την πρώτη επαφή όμως, καταλαβαίνουμε πως εδώ υπάρχει και μία άλλη γεύση, υποτονική αλλά πάντα παρούσα: η πίκρα. Κρυφή, αλλά υπαρκτή. Με αυτά τα παιχνίδια των γεύσεων στις ζωές των ανθρώπων καταπιάνεται η μόλις 27 ετών Μαντώ Φλώρου, στην πρώτη της συγγραφική απόπειρα.

Το κύριο κομμάτι του έργου διαδραματίζεται στο Στρασβούργο, όπου ο διάσημος ζωγράφος Αλέξανδρος Παλιός επισκέπτεται το Πανδοχείο της οικογένειας Μούλερ, για τη μυστική και επίφοβη εξερεύνηση μιας συντριπτικής πτυχής του προσωπικού του παρελθόντος, με την οποία έχει έρθει προσφάτως αντιμέτωπος. Μέσα από διλήμματα και παλινωδίες και αφού εμπλέξει στις αναζητήσεις του ένα διαρκώς διευρυνόμενο δίκτυο ανθρώπων, σύγχρονών του αλλά και κάποιων από χρόνια νεκρών, ο Παλιός κινητοποιεί, χωρίς να το επιδιώξει, μία αλληλουχία αποκαλύψεων και ανατροπών που με τρόπο αναπάντεχο στρέφουν τα φώτα αλλού και επιμερίζουν το δράμα, εμφανίζοντας στη σκηνή πολλά κεντρικά πρόσωπα και αναδεικνύοντας πτυχές της ζωής τους, κρυφές όπως τα πικάντικα και δυσάρεστες όπως τα πικρά στοιχεία μέσα σε ένα γλυκό.

Όλα τα παραπάνω είναι μία εξαιρετική υποστηρικτική δομή για το βασικό θέμα του βιβλίου: την οικογένεια, την αγάπη, την τρυφερότητα. Την αναζήτηση και των τριών με τις συνέπειες που αυτή μπορεί να έχει, που κάποτε φτάνουν να γίνουν τραγικές. Ο πόνος που μπορεί να προσφέρουν, αλλά και ο πόνος από τον οποίο μπορούν να λυτρώσουν, να προφυλάξουν, που μπορούν να φυλακίσουν μέσα τους και να εξουδετερώσουν.

Τόσο απλά λοιπόν; Μια διαπίστωση του σχεδόν αυτονόητου, μία αναδρομή στα βασικά της ύπαρξης μας; Όχι. Στην τέχνη το ζήτημα είναι πάντα και ο τρόπος. Η μέθοδος με την οποία χαρίζεις στον κόσμο πολύτιμα κομμάτια της ψυχής σου. Και η Μαντώ Φλώρου ανταποκρίνεται με επιτυχία στη σχετική απαίτηση. Η τεχνική της είναι άρτια. Η αφήγηση εκτυλίσσεται στη βάση της αναζήτησης και των ανατροπών και εμφανίζει τα συναφή χαρακτηριστικά: στοιχεία-κλειδιά που απλόχερα σου προσφέρονται αλλά με τρόπο ώστε να διαλανθάνουν της προσοχής σου και να σε αναγκάζουν όταν το μυστήριο ξεκλειδώνεται να γυρίζεις ξανά στις μπροστά σελίδες για να τα αναζητήσεις. μισοτελειωμένες αφηγήσεις αναμνήσεων που αφήνουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τον αναγνώστη για να κλείσουν τελικά πολύ παρακάτω, στο σημείο της αποκάλυψης. Μέθοδοι, δηλαδή, που απαιτούν από τον συγγραφέα καθαρή σύλληψη της πλοκής ήδη από τα πρώτα στάδια γραφής του έργου και που συναντά κανείς σε ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα. Ίσως η Μαντώ Φλώρου να πρέπει να στραφεί με μεγαλύτερη επιμέλεια προς αυτό το είδος, αφού καταφέρνει να διαχειρίζεται με μαεστρία τα βασικά του στοιχεία και να στήνει πολύ εύστοχα τη σκηνή του δραματικού μυστηρίου.

Η επισήμανση της δεξιοτεχνίας στην πλοκή δεν έχει ως σκοπό την υποβάθμιση της επιτυχίας σε σχέση με τα τεχνικά στοιχεία της γραφής. Ο λόγος στο έργο είναι ρέων και απλός (καμιά φορά, κάπως υπέρ το δέον), με καλά στοιχεία εικονοποίησης, χωρίς εξαντλητικές περιγραφές του περιβάλλοντος αλλά με  παράθεση κάποιων αισθητικών λεπτομερειών. Οι επιλογές των λέξεων, μέσα στην απλότητα τους είναι συχνά ιδιαιτέρως εύστοχες, αφού ευνοούν την ταύτιση του αναγνώστη με τα πρόσωπα του έργου, τον βάζουν άμεσα στη θέση τους, ώστε κάποιες φορές να μοιράζεται τον κόμπο που σφίγγει το λαιμό τους και το λύσιμο των γονάτων τους μπροστά στην αγωνία της αποκάλυψης. Οι συγκινησιακά φορτισμένες στιγμές προσφέρονται με σημαντική γλαφυρότητα που αποδίδει το συναισθηματικό τους βάρος, ακόμη και επίπονα, όταν οι αναγνώστες το συμμερίζονται. Κάποιες αστοχίες που διαπιστώνονται δεν αφήνουν πολύ έντονο το στίγμα τους στην τελική εντύπωση, αλλά πρέπει να επισημανθούν, πολλώ δε μάλλον εφόσον ορισμένες εξ αυτών μοιάζουν απλώς προϊόντα μίας ελλιπούς εκδοτικής επιμέλειας του κειμένου. Αυτό αφορά λίγες ασαφείς διατυπώσεις και κάποιες συντακτικές δυσαρμονίες που επίσης δημιουργούν προβλήματα σαφήνειας. Τέλος, εμφανίζονται ορισμένα μη συνεκτικά στοιχεία στις βιογραφίες κάποιων από τους πρωταγωνιστές, που ευνοούν μεν την εξέλιξη και δεν διαπιστώνονται με την πρώτη ματιά, αλλά αδικούν κάπως το τελικό αποτέλεσμα και την προσεγμένη εκτύλιξη της υπόθεσης.

Δυο λόγια ακόμη για την πλοκή του έργου. Όπως είπαμε, τον πλέον κομβικό ρόλο έχει η διαδικασία της αποκάλυψης και της ανατροπής. Ακόμη και περιπτώσεις φαινομενικής τραγικής ειρωνείας τελικά ανατρέπονται. Η συγγραφέας παίζει, σχεδόν σαδιστικά σε κάποια σημεία, με την αγωνία του αναγνώστη και του μεταδίδει έτσι την ένταση των συναισθημάτων των πρωταγωνιστών. Οι αποκαλύψεις και οι αιφνιδιασμοί έρχονται απανωτά, στοιχείο που ευνοείται από μία καλή χρήση αυτού που στον Όμηρο μάθαμε ως «στοιχείο προώθησης του μύθου». Στην τελική εντύπωση του έργου, για τον υποψιασμένο αναγνώστη, μοιάζουν να ακούγονται μαζί ο Μπρεχτ και ο Ίψεν. Ο Γερμανός συγγραφέας για να θυμίζει πως τα παιδιά δεν είναι αυτών που τα γεννάν αλλά αυτών που τα αγαπούν, όπως προκύπτει στον Κύκλο με την Κιμωλία. Και ο Νορβηγός ομότεχνος του, όπως αφήνει να φανεί στον Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν, πως η αγάπη που παίρνουν τα παιδιά από τους γονείς δεν επιστρέφεται κυρίως σε αυτούς, αλλά αποδίδεται στα δικά τους παιδιά.

Το Παν ντ’ επίς είναι ένα πρώτο επιτυχημένο εγχείρημα μίας νέας συγγραφέως. Η Μαντώ Φλώρου ανήκει σε μία γενιά η οποία δοκιμάζεται σε πλήθος πραγμάτων, άλλοτε σοβαρά και δύσκολα, άλλοτε ανόητα και εύκολα, αλλά σπανίως στην συντεταγμένη γραφή. Όταν προκύπτει μία περίπτωση εξαίρεσης, η ενασχόληση με αυτήν είναι χρήσιμη και ίσως κρίσιμη. Η ευθύνη της συνέχειας βαρύνει πάντα τον συγγραφέα, όσο του επιβάλει το προηγούμενο δείγμα γραφής του και η υποδοχή της οποίας έτυχε. Η υποχρέωση να ανακατέψει τα υλικά του, να διευρύνει τις συνταγές του και να μας δώσει ακόμη καλύτερα δείγματα του ταλέντου του. Άλλωστε, για τους ανθρώπους, όπως και για το παν ντ’ επίς, υπάρχουν ατελείωτα μίγματα από μαγικά μπαχάρια και στο τέλος κάθε συνταγή έχει τη δική της διακριτή και ιδιαίτερη γεύση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου